Η Ελλάδα έχει ακόμα πολύ δρόμο να διανύσει για να αποκτήσει μια φιλόδοξη και καινοτόμα πολιτική ενεργειακής απόδοσης, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε πρόσφατα με θέμα την Ενεργειακή Απόδοση των 27 κρατών μελών της ΕΕ (δείτε εδώ ολόκληρη την έκθεση).
Η έκθεση συντάχθηκε ως μέρος του προγράμματος «Energy Efficient Watch» και έχει ως στόχο την αξιολόγηση των φιλοδοξιών, καθώς και της ποιότητας των δράσεων και της εφαρμογής των πολιτικών των κρατών μελών στον τομέα της ενέργειας. Παράλληλα διεξήγαγε μια ποσοτική και ποιοτική έρευνα με εμπειρογνώμονες σε κάθε χώρα για την εφαρμογή της ενεργειακής πολιτικής της.
Η έκθεση αναφέρει ότι το ελληνικό πακέτο μέτρων έχει αρκετές πλευρές που μπορούν να ενισχυθούν, φέρνοντας ως παράδειγμα το στόχο της προσωρινής εξοικονόμησης (interim saving) για το 2010 (2,8%) που επετεύχθη και με το παραπάνω (μεταξύ 5,1% και 10,9%). Ωστόσο, ο κύριος λόγος για τις κακές επιδόσεις της Ελλάδας σε αυτόν τον τομέα είναι η οικονομική ύφεση που έπληξε σε μεγάλο βαθμό τη χώρα την περίοδο στην οποία αναφέρεται η έκθεση. Ωστόσο στην έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της μελέτης, το 45% των ειδικών δήλωσαν ότι ο στόχος της οδηγίας για τις ενεργειακές υπηρεσίες (ESD) δε θα επιτευχθεί.
Ο δημόσιος τομέας είναι ο μόνος τομέας που έλαβε παραπάνω από το μέσο όρο στο πλαίσιο αξιολόγησης των εθνικών σχεδίων δράσης. Συγκεκριμένα, έχει θέσει το πλαίσιο για το δημόσιο εφοδιασμό, έχει εφαρμόσει διάφορα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, έχει εισαγάγει συστήματα διαχείρισης ενέργειας και έχει λανσάρει ενδεικτικά σχέδια για τις συμβάσεις παροχής ενεργειακών υπηρεσιών. Παρ όλα αυτά οι ειδικοί που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι ο δημόσιος τομέας είναι ο τομέας με τα μεγαλύτερα κενά σε επίπεδο εφαρμογής.
Ως χαρακτηριστικά του ελληνικού πλαισίου διακυβέρνησης, η μελέτη αναφέρει τα οριζόντια μέτρα, την προώθηση των ενεργειακών υπηρεσιών και την ανάπτυξη ενός πληροφοριακού συστήματος που ελέγχει την ενεργειακή απόδοση και τις ενέργειες διαφορετικών φορέων.
Η Ελλάδα έχει επίσης θέσει κάποια ελάχιστα πρότυπα ενεργειακής απόδοσης για τα κτίρια, τα οποία συμπληρώνονται από οικονομική και χρηματοδοτική στήριξη καθώς και πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης. Η παρουσίαση των καινοτόμων συστημάτων για τα κτίρια προβλέπεται να γίνεται στη βάση εθελοντικών συμφωνιών, ενώ στην έκθεση δεν γίνεται καμία αναφορά σε ελέγχους ή ειδικές συμβουλές για κτίρια. Επίσης, δεν αναφέρονται συγκεκριμένες ενημερωτικές εκστρατείες για τα κτίρια αλλά ούτε και εκπαιδευτικά προγράμματα για επαγγελματίες του τομέα κτιρίων.
Όσον αφορά στο ζήτημα των ηλεκτρικών συσκευών ενεργειακής απόδοσης η ευρωπαϊκή νομοθεσία παίζει σημαντικό ρόλο για την Ελλάδα. Οι Οδηγίες για τον οικολογικό σχεδιασμό και την ενεργειακή σήμανση βρίσκονται στην καρδιά του ελληνικού πακέτου μέτρων, ενώ τα εργαλεία πληροφόρησης έχουν αναπτυχθεί σε εθνικό επίπεδο.
Κατά τον ίδιο τρόπο η ενεργειακή απόδοση στη βιομηχανία προωθείται κυρίως μέσω των προϋποθέσεων οικολογικού σχεδιασμού και ενεργειακής σήμανσης, ενώ έχει καθιερωθεί ένα πρόγραμμα για την ανάπτυξη των πράσινων επιχειρηματικών πάρκων. Αναφορικά με τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια οι τιμές είναι πάνω από τον ελάχιστο μέσο όρο.
Για τον τομέα μεταφορών η έκθεση αναφέρει ότι το ελληνικό πακέτο μέτρων επικεντρώνεται σε οικονομικά κίνητρα για την ανανέωση του στόλου οχημάτων, ενώ συνοδεύεται από επενδύσεις στα μέσα μαζικής μεταφοράς και στα μη-μηχανοκίνητα μέσα.
Η έκθεση καταλήγει στο ότι το ελληνικό πλαίσιο πολιτικής δεν είναι πολύ φιλόδοξο, ούτε αξιοποιεί μεγάλες δυνατότητες του τομέα και προτείνει κάποιες πιθανές βελτιώσεις. Για παράδειγμα προτείνεται η ενδυνάμωση πλευρών του πακέτου μέτρων όσον αφορά στις ηλεκτρικές συσκευές, και συγκεκριμένα την καθιέρωση οικονομικών κινήτρων και εκπαίδευσης του προσωπικού. Επίσης, προτείνεται η χάραξη μιας συνολικής στρατηγικής στο δημόσιο τομέα που θα περιλαμβάνει στόχους για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων. Όσον αφορά στη βιομηχανία η έκθεση φέρει ως προτάσεις την προώθηση υποχρεώσεων και δεσμεύσεων για τη διαχείριση και τους ελέγχους στην ενέργεια (energy audits) όπως και την καθιέρωση οικονομικών κινήτρων και στόχων εξοικονόμησης ενέργειας. Τέλος στον τομέα των μεταφορών προτείνει την παρακίνηση των χρηστών οχημάτων να χρησιμοποιούν άλλες μεθόδους μεταφοράς μέσω αποτελεσματικότερων ρυθμίσεων.
Η Lucia Bezakova, συντονίστρια του προγράμματος Energy Efficiency Watch της EUFORES, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έκθεσης στην EurActiv.gr είπε:
«Θα ήθελα να επισημάνω δύο πράγματα- τον τεράστιο αντίκτυπο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και τα υποτιμημένα οφέλη της ενεργειακής απόδοσης. Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2011 και το 2012 έδειξε ότι πολλοί σχετικοί παράγοντες βλέπουν την ενεργειακή απόδοση ως βάρος των δημόσιων οικονομικών. Ωστόσο, τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης θα βοηθήσουν τον δημόσιο τομέα να εξοικονομήσει χρήματα στα δημόσια κτίρια, θα δημιουργήσει απασχόληση και έσοδα από φόρους».
«Η ενεργειακή απόδοση δεν έχει επικοινωνηθεί και κατανοηθεί σωστά και επομένως, δεν ελκύει επαρκώς την προσοχή των υψηλών πολιτικών επιπέδων. Τα πάντα έχουν να κάνουν με την κατανόηση των οφελών της ενεργειακής απόδοσης. Όχι μόνο τα θεσμικά όργανα και οι κυβερνήσεις αλλά ολόκληρη η κοινότητα ενεργειακής απόδοσης πρέπει να κάνει καλύτερη δουλειά στην επικοινωνία της ενεργειακής απόδοσης ως μια μεγάλη ευκαιρία εξοικονόμησης και όχι δαπάνης χρημάτων».
«Η έρευνα και η ανάλυση έδειξαν επίσης ότι η ΕΕ θεωρείται ως κινητήρια δύναμη των πολιτικών ενεργειακής απόδοσης σε πολλά Κράτη Μέλη που ξεκίνησαν να προβαίνουν σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης μόνο αφού κατατέθηκε στο τραπέζι η πρώτη σχετική νομοθεσία».
«Έχοντας ως στόχο το 2020 και το 2030, το πλαίσιο πολιτικής πρέπει να θέσει τις σωστές γραμμές πολιτικής για κίνητρα και την ασφάλεια των επενδύσεων. Αυτό περιλαμβάνει επίσης δεσμευτικό στόχο για την ενεργειακή απόδοση».
(euractiv.gr, 2/4/2013)